Την πιο βαριά φορολόγηση ακινήτων στον δυτικό κόσμο έχει η Ελλάδα, γεγονός που εκτός από την οικονομική αφαίμαξη των νοικοκυριών έχει συμβάλει και στην καταβαράθρωση της οικοδομής και της κτηματαγοράς.
Πρόκειται για το συμπέρασμα μελέτης της εταιρείας ορκωτών εκτιμητών και διαπιστευμένων συμβούλων ακίνητης περιουσίας GLP Values σχετικά με το ύψος των φόρων ακινήτων (ιδίως φόρων κατοχής) στην Ελλάδα σε σχέση με σειρά άλλων ανεπτυγμένων χωρών, αλλά και με τον ΟΟΣΑ ως σύνολο. Μάλιστα, όπως επισημαίνουν οι ερευνητές της GLP, η σύγκριση, λόγω διαθεσιμότητας των στοιχείων, έγινε για το 2011. Έκτοτε οι φόροι κατοχής ακινήτων στην Ελλάδα αυξήθηκαν κι άλλο, με κορύφωση τον ΕΝΦΙΑ του 2014. Άρα τα συμπεράσματα είναι σήμερα ακόμη πιο αποκαρδιωτικά για την Ελλάδα από ό,τι το 2011.
Η μελέτη διαψεύδει επιχειρήματα όπως ότι το συνολικό φορολογικό βάρος των Ελλήνων σε σχέση με τις χώρες του ΟΟΣΑ είναι μικρό. Αντιθέτως, είναι το μεγαλύτερο, ειδικά σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα και εν γένει τις οικονομικές δυνατότητες των νοικοκυριών και όπως υποστηρίζει η GLP, εκτός από τις αυξομειώσεις του ΑΕΠ, η βαριά φορολογία στους φόρους κατοχής διέλυσε την οικοδομή αφού η επίπτωση των φόρων κατοχής εκδιπλώνεται σε βάθος χρόνου σε αντίθεση με τους φόρους μεταβίβασης των οποίων η επίδραση τείνει να λαμβάνει χώρα εφάπαξ, κατόπιν, δε, να απορροφάται από την κτηματαγορά.
Όσον αφορά το βάρος των φόρων σε σχέση με τις οικονομικές δυνατότητες των νοικοκυριών, προέκυψαν τα εξής, βάσει τριών διαφορετικών προσεγγίσεων, που πρέπει να ιδωθούν συνδυαστικά:
Α) Φόροι ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2011
Δεν υπάρχει ενιαία εικόνα. Σε σχέση με την Ελλάδα, πάντως, ΗΠΑ, Αυστραλία, Καναδάς έχουν μεγαλύτερο ποσοστό (%) φόρων ακινήτων και φόρων κατοχής στο (επίσημο) ΑΕΠ, αλλά μικρότερο ποσοστό συνολικών φόρων στο (επίσημο) ΑΕΠ. Από την άλλη, Γαλλία και Ην. Βασίλειο έχουν μεγαλύτερο ποσοστό φόρων ακινήτων και φόρων κατοχής στο ΑΕΠ, αλλά και μεγαλύτερο ποσοστό συνολικών φόρων στο ΑΕΠ. Επίσης, Γερμανία (ιδίως) και Πορτογαλία έχουν μεγαλύτερο ποσοστό συνολικών φόρων στο ΑΕΠ, αλλά μικρότερο ποσοστό (ιδίως η Γερμανία) φόρων ακινήτων και φόρων κατοχής στο ΑΕΠ.
Β) Διαθέσιμο εισόδημα νοικοκυριών (δηλ. μετά την αφαίρεση όλων των προσωπικών φόρων, άρα και φόρων κατοχής), σε δολάρια ΗΠΑ και σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης το 2011.
Σε σχέση με τις χώρες του ΟΟΣΑ, ειδικότερα με τις ΗΠΑ, Αυστραλία, Γερμανία, Καναδά, Γαλλία, Σουηδία, Ην. Βασίλειο, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, η Ελλάδα έχει το προτελευταίο διαθέσιμο εισόδημα, ανώτερο μόνο της Πορτογαλίας. Συγκεκριμένα, ΟΟΣΑ = 23.938 δολάρια, Ελλάδα = 19.095, Πορτογαλία = 18.806. Όμως την ίδια στιγμή τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν τα λιγότερα χρηματοοικονομικά διαθέσιμα: ΟΟΣΑ = 42.903 δολάρια, Ελλάδα = 14.004, Πορτογαλία = 29.640! Συνεπώς, οι φόροι κατοχής έχουν μεγαλύτερο βάρος στην Ελλάδα διότι συνδυάζονται με μικρότερο διαθέσιμο εισόδημα και με μικρότερα χρηματοοικονομικά διαθέσιμα, συνυπολογιζομένου του τι αγοράζουν τα ανωτέρω στην κάθε χώρα.
Γ) Συνυπολογισμός παραοικονομίας και κατανομών εισοδήματος και ακίνητης περιουσίας.
Όσο μεγαλύτερη η παραοικονομία και όσο πιο άνιση η κατανομή εισοδημάτων σε σχέση με την κατανομή ακίνητης περιουσίας, τόσο μεγαλύτερο το βάρος των φόρων κατοχής για αυτούς που δεν κρύβουν εισόδημα. Συνεπώς η Ελλάδα, με 24,3% παραοικονομία (τη μεγαλύτερη στον δυτικό κόσμο) και μια ευρύτατη κατανομή ακίνητης περιουσίας (χωρίς αυτό να σημαίνει πως η κατανομή είναι ίση), επιβαρύνεται ιδιαίτερα από τους φόρους κατοχής αλλά κι από τους υπόλοιπους φόρους εν γένει, ακριβώς λόγω της παραοικονομίας.
Το συμπέρασμα και από τις τρεις προσεγγίσεις είναι πως το βάρος των φόρων κατοχής επί των ελληνικών νοικοκυριών είναι εξωπραγματικά μεγάλο, με αντίστοιχα μεγάλη συμβολή στην ύφεση της ελληνικής οικονομίας. Συνεπώς απαιτείται η δραστική μείωση αυτών των φόρων, σε συνδυασμό με πλήρη αναμόρφωση της φιλοσοφίας αυτών (π.χ. να χρηματοδοτούν την Τοπική Αυτοδιοίκηση και να έχουν ανταποδοτικότητα).
Η αναλυτική εξέταση των περιπτώσεων Γαλλίας, Γερμανία και Ην. Βασιλείου προσφέρει ενδιαφέρουσες ιδέες για το πώς θα μπορούσαν οι φόροι κατοχής ακινήτων να γίνουν φόροι χρηματοδότησης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην Ελλάδα, με τρόπους δηλαδή που θα εξασφαλίζουν: (α) την αυτονομία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, (β) την ανταποδοτικότητα των φόρων, (γ) τη φοροδοτική ικανότητα των ιδιοκτητών ή και ενοικιαστών, καθώς στις ανωτέρω χώρες υπόλογοι για τον φόρο κατοχής είναι συχνά οι ένοικοι - ενοικιαστές και όχι οι ιδιοκτήτες. Κλειδιά εδώ είναι η αντικατάσταση φόρων κατοχής από πρόσθετους φόρους εισοδήματος, με τα ακίνητα να λειτουργούν ως «δείκτες» για την κατανομή των αντίστοιχων εσόδων στους διάφορους δήμους, καθώς και η θεσμική κατοχύρωση του δικαιώματος των δήμων να λαμβάνουν τα σχετικά ποσά.
Πηγή: agelioforos.gr
Πρόκειται για το συμπέρασμα μελέτης της εταιρείας ορκωτών εκτιμητών και διαπιστευμένων συμβούλων ακίνητης περιουσίας GLP Values σχετικά με το ύψος των φόρων ακινήτων (ιδίως φόρων κατοχής) στην Ελλάδα σε σχέση με σειρά άλλων ανεπτυγμένων χωρών, αλλά και με τον ΟΟΣΑ ως σύνολο. Μάλιστα, όπως επισημαίνουν οι ερευνητές της GLP, η σύγκριση, λόγω διαθεσιμότητας των στοιχείων, έγινε για το 2011. Έκτοτε οι φόροι κατοχής ακινήτων στην Ελλάδα αυξήθηκαν κι άλλο, με κορύφωση τον ΕΝΦΙΑ του 2014. Άρα τα συμπεράσματα είναι σήμερα ακόμη πιο αποκαρδιωτικά για την Ελλάδα από ό,τι το 2011.
Η μελέτη διαψεύδει επιχειρήματα όπως ότι το συνολικό φορολογικό βάρος των Ελλήνων σε σχέση με τις χώρες του ΟΟΣΑ είναι μικρό. Αντιθέτως, είναι το μεγαλύτερο, ειδικά σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα και εν γένει τις οικονομικές δυνατότητες των νοικοκυριών και όπως υποστηρίζει η GLP, εκτός από τις αυξομειώσεις του ΑΕΠ, η βαριά φορολογία στους φόρους κατοχής διέλυσε την οικοδομή αφού η επίπτωση των φόρων κατοχής εκδιπλώνεται σε βάθος χρόνου σε αντίθεση με τους φόρους μεταβίβασης των οποίων η επίδραση τείνει να λαμβάνει χώρα εφάπαξ, κατόπιν, δε, να απορροφάται από την κτηματαγορά.
Όσον αφορά το βάρος των φόρων σε σχέση με τις οικονομικές δυνατότητες των νοικοκυριών, προέκυψαν τα εξής, βάσει τριών διαφορετικών προσεγγίσεων, που πρέπει να ιδωθούν συνδυαστικά:
Α) Φόροι ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2011
Δεν υπάρχει ενιαία εικόνα. Σε σχέση με την Ελλάδα, πάντως, ΗΠΑ, Αυστραλία, Καναδάς έχουν μεγαλύτερο ποσοστό (%) φόρων ακινήτων και φόρων κατοχής στο (επίσημο) ΑΕΠ, αλλά μικρότερο ποσοστό συνολικών φόρων στο (επίσημο) ΑΕΠ. Από την άλλη, Γαλλία και Ην. Βασίλειο έχουν μεγαλύτερο ποσοστό φόρων ακινήτων και φόρων κατοχής στο ΑΕΠ, αλλά και μεγαλύτερο ποσοστό συνολικών φόρων στο ΑΕΠ. Επίσης, Γερμανία (ιδίως) και Πορτογαλία έχουν μεγαλύτερο ποσοστό συνολικών φόρων στο ΑΕΠ, αλλά μικρότερο ποσοστό (ιδίως η Γερμανία) φόρων ακινήτων και φόρων κατοχής στο ΑΕΠ.
Β) Διαθέσιμο εισόδημα νοικοκυριών (δηλ. μετά την αφαίρεση όλων των προσωπικών φόρων, άρα και φόρων κατοχής), σε δολάρια ΗΠΑ και σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης το 2011.
Σε σχέση με τις χώρες του ΟΟΣΑ, ειδικότερα με τις ΗΠΑ, Αυστραλία, Γερμανία, Καναδά, Γαλλία, Σουηδία, Ην. Βασίλειο, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, η Ελλάδα έχει το προτελευταίο διαθέσιμο εισόδημα, ανώτερο μόνο της Πορτογαλίας. Συγκεκριμένα, ΟΟΣΑ = 23.938 δολάρια, Ελλάδα = 19.095, Πορτογαλία = 18.806. Όμως την ίδια στιγμή τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν τα λιγότερα χρηματοοικονομικά διαθέσιμα: ΟΟΣΑ = 42.903 δολάρια, Ελλάδα = 14.004, Πορτογαλία = 29.640! Συνεπώς, οι φόροι κατοχής έχουν μεγαλύτερο βάρος στην Ελλάδα διότι συνδυάζονται με μικρότερο διαθέσιμο εισόδημα και με μικρότερα χρηματοοικονομικά διαθέσιμα, συνυπολογιζομένου του τι αγοράζουν τα ανωτέρω στην κάθε χώρα.
Γ) Συνυπολογισμός παραοικονομίας και κατανομών εισοδήματος και ακίνητης περιουσίας.
Όσο μεγαλύτερη η παραοικονομία και όσο πιο άνιση η κατανομή εισοδημάτων σε σχέση με την κατανομή ακίνητης περιουσίας, τόσο μεγαλύτερο το βάρος των φόρων κατοχής για αυτούς που δεν κρύβουν εισόδημα. Συνεπώς η Ελλάδα, με 24,3% παραοικονομία (τη μεγαλύτερη στον δυτικό κόσμο) και μια ευρύτατη κατανομή ακίνητης περιουσίας (χωρίς αυτό να σημαίνει πως η κατανομή είναι ίση), επιβαρύνεται ιδιαίτερα από τους φόρους κατοχής αλλά κι από τους υπόλοιπους φόρους εν γένει, ακριβώς λόγω της παραοικονομίας.
Το συμπέρασμα και από τις τρεις προσεγγίσεις είναι πως το βάρος των φόρων κατοχής επί των ελληνικών νοικοκυριών είναι εξωπραγματικά μεγάλο, με αντίστοιχα μεγάλη συμβολή στην ύφεση της ελληνικής οικονομίας. Συνεπώς απαιτείται η δραστική μείωση αυτών των φόρων, σε συνδυασμό με πλήρη αναμόρφωση της φιλοσοφίας αυτών (π.χ. να χρηματοδοτούν την Τοπική Αυτοδιοίκηση και να έχουν ανταποδοτικότητα).
Η αναλυτική εξέταση των περιπτώσεων Γαλλίας, Γερμανία και Ην. Βασιλείου προσφέρει ενδιαφέρουσες ιδέες για το πώς θα μπορούσαν οι φόροι κατοχής ακινήτων να γίνουν φόροι χρηματοδότησης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην Ελλάδα, με τρόπους δηλαδή που θα εξασφαλίζουν: (α) την αυτονομία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, (β) την ανταποδοτικότητα των φόρων, (γ) τη φοροδοτική ικανότητα των ιδιοκτητών ή και ενοικιαστών, καθώς στις ανωτέρω χώρες υπόλογοι για τον φόρο κατοχής είναι συχνά οι ένοικοι - ενοικιαστές και όχι οι ιδιοκτήτες. Κλειδιά εδώ είναι η αντικατάσταση φόρων κατοχής από πρόσθετους φόρους εισοδήματος, με τα ακίνητα να λειτουργούν ως «δείκτες» για την κατανομή των αντίστοιχων εσόδων στους διάφορους δήμους, καθώς και η θεσμική κατοχύρωση του δικαιώματος των δήμων να λαμβάνουν τα σχετικά ποσά.
Πηγή: agelioforos.gr